Κάθε τόπος διαθέτει και εκπέμπει ένα genius loci, ένα πνεύμα –πνοή αέρα αλλά και νόημα, πνευματική και αισθητική εικόνα.
Ως κάτοικος και περιπατητής της Θεσσαλονίκης θα επιχειρήσω να περιγράψω τι σκέφτομαι, όταν αντικρίζω μιαν όψη του αισθητικού προσώπου της πόλης: Τα δημόσια γλυπτά.
Το παρελθόν της χώρας, και ιδιαίτερα της “ακριτικής” μέχρι πρόσφατα Θεσσαλονίκης, ανακατασκευάστηκε βάσει ιδεολογικών επιλογών. Η Ιστορία έγινε σειριακή αφήγηση ηρωικών προσώπων, γεγονότων και πράξεων. Στόχος η εξύμνηση του διαχρονικού μεγαλείου της φυλής, τουτέστιν ο αναμίξ συγκερασμός των αρχαιοελληνικών αξιών (με ευνουχισμό των βαρβάτων διονυσιακών τους στοιχείων) και των (καλογερίστικων) χριστιανικών διδαχών. Ο ηρωισμός, η πίστη, η θυσία, ο θάνατος και τα συμπαρομαρτούντα συναισθήματα –αυστηρότητα, κατήφεια, πόνος, δυστυχία, πένθος- αποτυπώνονται στις μορφές των γλυπτών της πόλης διδάσκοντας “ιστορία”.
Ηρωικοί στρατηλάτες, φιλόσοφοι μεστοί μεν σοφίας γέλωτος δε ενδεέστεροι, συνοφρυωμένοι μακεδονομάχοι, αυστηροί ιερωμένοι, χαροκαμένες μάνες, γενοκτονίες, θύματα, θνήσκοντες και θανόντες στοιχειώνουν τα πάρκα και τις πλατείες. Μοναδικές ίσως εξαιρέσεις η χαρίεσσα Νύμφη του Λευκού Πύργου και ο αυθαδώς ουρών πιτσιρικάς της πλατείας Ναυαρίνου.
Ο δημόσιος βίος οφείλει να είναι σοβαροφανής, σύννους και κατηφής άχρι καταθλίψεως. Η χαρά της ζωής, η ομορφιά, ο έρωτας, η ανεμελιά, η ελαφράδα εκ-τοπίζονται. Το γέλιο είναι ο άξονας του κακού, ο Εξαποδώ αυτοπροσώπως. Ζούμε ακόμα στον Μεσαίωνα, ούτε καν στην Αναγέννηση. Απαγορεύεται δημοσίως η χαρά, γιατί κινδυνεύουμε να χαλαρώσουμε, να ξεχάσουμε, να αφελληνιστούμε.
Διερωτώμαι ποια χαλασμένα μυαλά φαντάζονται ότι οι Θεσσαλονικείς τη βρίσκουν με τη βαριά κι ασήκωτη κατάθλιψη σε μια πόλη έτσι κι αλλιώς δυσκολοβίωτη; Πάντως όχι το καμάρι μας, ο δήμαρχός μας, που αν γινόταν γλυπτός, θα απαθανατιζόταν με το πλατύ, παντός καιρού και μέχρι παρεξηγήσεως χαρωπό χαμόγελό του, με αναπεπταμένο το φρύδι, τρίβων με δυσερμήνευτη ικανοποίηση τα πάλλευκα χεράκια του και ατενίζων με αδικαιολόγητη αισιοδοξία το μέλλον και το μοναδικό όραμά του, τον κακοήθη όγκο του νέου δημαρχείου Του.
Προτείνω, λοιπόν, άμεση προκήρυξη διαγωνισμού γλυπτικής με θέμα: Η χαρά της ζωής. Τα γλυπτά να τοποθετηθούν στην Αριστοτέλους και σε κάθε κεντρική πλατεία των δημοτικών διαμερισμάτων με την μπάντα του δήμου παιανίζουσα τα πρωινά της Κυριακής ύμνους στη χαρά της ζωής.
Παραλογίζομαι συμπολίτες;
Ως κάτοικος και περιπατητής της Θεσσαλονίκης θα επιχειρήσω να περιγράψω τι σκέφτομαι, όταν αντικρίζω μιαν όψη του αισθητικού προσώπου της πόλης: Τα δημόσια γλυπτά.
Το παρελθόν της χώρας, και ιδιαίτερα της “ακριτικής” μέχρι πρόσφατα Θεσσαλονίκης, ανακατασκευάστηκε βάσει ιδεολογικών επιλογών. Η Ιστορία έγινε σειριακή αφήγηση ηρωικών προσώπων, γεγονότων και πράξεων. Στόχος η εξύμνηση του διαχρονικού μεγαλείου της φυλής, τουτέστιν ο αναμίξ συγκερασμός των αρχαιοελληνικών αξιών (με ευνουχισμό των βαρβάτων διονυσιακών τους στοιχείων) και των (καλογερίστικων) χριστιανικών διδαχών. Ο ηρωισμός, η πίστη, η θυσία, ο θάνατος και τα συμπαρομαρτούντα συναισθήματα –αυστηρότητα, κατήφεια, πόνος, δυστυχία, πένθος- αποτυπώνονται στις μορφές των γλυπτών της πόλης διδάσκοντας “ιστορία”.
Ηρωικοί στρατηλάτες, φιλόσοφοι μεστοί μεν σοφίας γέλωτος δε ενδεέστεροι, συνοφρυωμένοι μακεδονομάχοι, αυστηροί ιερωμένοι, χαροκαμένες μάνες, γενοκτονίες, θύματα, θνήσκοντες και θανόντες στοιχειώνουν τα πάρκα και τις πλατείες. Μοναδικές ίσως εξαιρέσεις η χαρίεσσα Νύμφη του Λευκού Πύργου και ο αυθαδώς ουρών πιτσιρικάς της πλατείας Ναυαρίνου.
Ο δημόσιος βίος οφείλει να είναι σοβαροφανής, σύννους και κατηφής άχρι καταθλίψεως. Η χαρά της ζωής, η ομορφιά, ο έρωτας, η ανεμελιά, η ελαφράδα εκ-τοπίζονται. Το γέλιο είναι ο άξονας του κακού, ο Εξαποδώ αυτοπροσώπως. Ζούμε ακόμα στον Μεσαίωνα, ούτε καν στην Αναγέννηση. Απαγορεύεται δημοσίως η χαρά, γιατί κινδυνεύουμε να χαλαρώσουμε, να ξεχάσουμε, να αφελληνιστούμε.
Διερωτώμαι ποια χαλασμένα μυαλά φαντάζονται ότι οι Θεσσαλονικείς τη βρίσκουν με τη βαριά κι ασήκωτη κατάθλιψη σε μια πόλη έτσι κι αλλιώς δυσκολοβίωτη; Πάντως όχι το καμάρι μας, ο δήμαρχός μας, που αν γινόταν γλυπτός, θα απαθανατιζόταν με το πλατύ, παντός καιρού και μέχρι παρεξηγήσεως χαρωπό χαμόγελό του, με αναπεπταμένο το φρύδι, τρίβων με δυσερμήνευτη ικανοποίηση τα πάλλευκα χεράκια του και ατενίζων με αδικαιολόγητη αισιοδοξία το μέλλον και το μοναδικό όραμά του, τον κακοήθη όγκο του νέου δημαρχείου Του.
Προτείνω, λοιπόν, άμεση προκήρυξη διαγωνισμού γλυπτικής με θέμα: Η χαρά της ζωής. Τα γλυπτά να τοποθετηθούν στην Αριστοτέλους και σε κάθε κεντρική πλατεία των δημοτικών διαμερισμάτων με την μπάντα του δήμου παιανίζουσα τα πρωινά της Κυριακής ύμνους στη χαρά της ζωής.
Παραλογίζομαι συμπολίτες;
Ν. Φωτίου
φιλόλογος
φιλόλογος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου